Στο στρατό είχαμε έναν «παππού». Ήταν ένας δάσκαλος ίσαμε με 37 χρονών, πολύ γέρος για τα εικοσάχρονα της ηλικίας των περισσοτέρων από εμάς. Απ’ ό,τι ακουγόταν ήταν ανυπότακτος μέχρι τότε, αλλά τελικά τον βρήκανε και τον έβαλαν να καθαρίζει τις τουαλέτες της Σούδας για να γίνει άντρας.
Αυτός συνήθιζε να φτιάχνει ξυλόγλυπτα σταυρουδάκια για κάθε φαντάρο του θαλάμου που απολυόταν. Αλλά ξεκινούσε το ξύσιμο του σταυρού έναν ολόκληρο μήνα πριν την απόλυση τους.
Τον έξυνε αργά, αφαιρώντας λίγα μόρια ξύλου κάθε μέρα και νύχτα, επίμονα και υπομονετικά, σαν να έφτιαχνε μια ξυλόγλυπτη εκδοχή της Καπέλα Σιξτίνα.
Κάποια μέρα -ίσως και λιγάκι εκνευρισμένος από τη γεροντική βραδύτητα του- τον ρώτησα αν θα μπορούσε να τελειώσει πιο γρήγορα.
«Δεν τους πουλάω τους σταυρούς», μου είχε πει ο παππούς. «Δεν το κάνω για τους σταυρούς ούτε για το θεό ούτε για τους συντρόφους… Το κάνω για μένα.»
Και συνέχισε να ξύνει, με ταχύτητα που θα έκανε ακόμα και έναν βραδύποδα, καθώς και το πεθαμένο γκαρσόνι, να βαρεθούν.
Τότε δεν κατάλαβα τι εννοούσε και τι έκανε. Όταν είσαι είκοσι χρονών βιάζεσαι. Νομίζεις ότι μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο σε μια μέρα, να γράψεις το τέλειο μυθιστόρημα πριν γίνεις είκοσι ενός, να πάρεις το νόμπελ λίγους μήνες αργότερα, να γνωρίσεις το άλλο σου μισό στα είκοσι τρία, να γίνεις πλούσιος στα είκοσι πέντε, να σώσεις τον κόσμο από την πείνα και τη φτώχια λίγο πριν κλείσεις τα τριάντα και… Και μετά; Αν τα κάνεις όλα αυτά μέχρι τα τριάντα, τότε τι σου μένει να κάνεις; Να εγκατασταθείς στη φάρμα σου και να φτιάχνεις σταυρουδάκια;
Ο εγκέφαλος του «παππού», που τώρα τον σκέφτομαι ως συνομήλικο μου, πιθανότατα λειτουργούσε όπως των μοναχών που διαλογίζονταν στον άσκοπο οίκτο.
Αλλά χαίρομαι που δεν τον κατάλαβα όταν ήμουν είκοσι χρονών.
Σε αυτή την ηλικία «πρέπει» να θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο σε μια μέρα.
Μετά, καθώς περνάει ο καιρός, καταλαβαίνεις ότι αυτή η αλλαγή δεν γίνεται τόσο γρήγορα.
Στα 38 μου χρόνια, συνεχίζω να πιστεύω ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει –Κεμάλ. Ίσως να έρθει μια μέρα που θα συνειδητοποιήσω ότι «αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ». Μέχρι τότε αφήστε με να πιστεύω το αντίθετο και να φτιάχνω αργά, μόριο με μόριο, λέξη με λέξη, τα δικά μου σταυρουδάκια.
Και αυτό το μικρό πράγμα θα το κάνω με μεγάλη αγάπη.
Όπως έγραψε και μια φίλη πρόσφατα, όταν κάνεις κάτι, εκών άκων, κάντο όσο καλύτερα μπορείς.
Αυτή είναι η βασική ιδέα: Κάντο όσο καλύτερα μπορείς.
Μια άλλη φίλη, που συνάντησα τις προάλλες τυχαία, μου έλεγε ότι σε κάποιες καταλήψεις είχε αναλάβει την προετοιμασία των σουβλακίων. Και ασχολιόταν τόσο πολύ ώρα με κάθε ένα από αυτά, ώσπου κάποια στιγμή την πλησίασε ένας σύντροφος και της είπε: «Μην το παρακάνεις. Σουβλάκια είναι.»
Ό,τι είχα πει κι εγώ στον «παππού». Ό,τι λένε όλοι οι άνθρωποι όταν δεν καταλαβαίνουν ότι τα σουβλάκια, τα σταυρουδάκια, τα κειμενάκια και τα ό,τι-άλλο-κάνεις-τώρα πρέπει να το κάνεις «όσο καλύτερα μπορείς».
πηγή:Γελωτοποιός
Αυτός συνήθιζε να φτιάχνει ξυλόγλυπτα σταυρουδάκια για κάθε φαντάρο του θαλάμου που απολυόταν. Αλλά ξεκινούσε το ξύσιμο του σταυρού έναν ολόκληρο μήνα πριν την απόλυση τους.
Τον έξυνε αργά, αφαιρώντας λίγα μόρια ξύλου κάθε μέρα και νύχτα, επίμονα και υπομονετικά, σαν να έφτιαχνε μια ξυλόγλυπτη εκδοχή της Καπέλα Σιξτίνα.
Κάποια μέρα -ίσως και λιγάκι εκνευρισμένος από τη γεροντική βραδύτητα του- τον ρώτησα αν θα μπορούσε να τελειώσει πιο γρήγορα.
«Δεν τους πουλάω τους σταυρούς», μου είχε πει ο παππούς. «Δεν το κάνω για τους σταυρούς ούτε για το θεό ούτε για τους συντρόφους… Το κάνω για μένα.»
Και συνέχισε να ξύνει, με ταχύτητα που θα έκανε ακόμα και έναν βραδύποδα, καθώς και το πεθαμένο γκαρσόνι, να βαρεθούν.
Τότε δεν κατάλαβα τι εννοούσε και τι έκανε. Όταν είσαι είκοσι χρονών βιάζεσαι. Νομίζεις ότι μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο σε μια μέρα, να γράψεις το τέλειο μυθιστόρημα πριν γίνεις είκοσι ενός, να πάρεις το νόμπελ λίγους μήνες αργότερα, να γνωρίσεις το άλλο σου μισό στα είκοσι τρία, να γίνεις πλούσιος στα είκοσι πέντε, να σώσεις τον κόσμο από την πείνα και τη φτώχια λίγο πριν κλείσεις τα τριάντα και… Και μετά; Αν τα κάνεις όλα αυτά μέχρι τα τριάντα, τότε τι σου μένει να κάνεις; Να εγκατασταθείς στη φάρμα σου και να φτιάχνεις σταυρουδάκια;
Ο εγκέφαλος του «παππού», που τώρα τον σκέφτομαι ως συνομήλικο μου, πιθανότατα λειτουργούσε όπως των μοναχών που διαλογίζονταν στον άσκοπο οίκτο.
Αλλά χαίρομαι που δεν τον κατάλαβα όταν ήμουν είκοσι χρονών.
Σε αυτή την ηλικία «πρέπει» να θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο σε μια μέρα.
Μετά, καθώς περνάει ο καιρός, καταλαβαίνεις ότι αυτή η αλλαγή δεν γίνεται τόσο γρήγορα.
Στα 38 μου χρόνια, συνεχίζω να πιστεύω ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει –Κεμάλ. Ίσως να έρθει μια μέρα που θα συνειδητοποιήσω ότι «αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ». Μέχρι τότε αφήστε με να πιστεύω το αντίθετο και να φτιάχνω αργά, μόριο με μόριο, λέξη με λέξη, τα δικά μου σταυρουδάκια.
Και αυτό το μικρό πράγμα θα το κάνω με μεγάλη αγάπη.
Όπως έγραψε και μια φίλη πρόσφατα, όταν κάνεις κάτι, εκών άκων, κάντο όσο καλύτερα μπορείς.
Αυτή είναι η βασική ιδέα: Κάντο όσο καλύτερα μπορείς.
Μια άλλη φίλη, που συνάντησα τις προάλλες τυχαία, μου έλεγε ότι σε κάποιες καταλήψεις είχε αναλάβει την προετοιμασία των σουβλακίων. Και ασχολιόταν τόσο πολύ ώρα με κάθε ένα από αυτά, ώσπου κάποια στιγμή την πλησίασε ένας σύντροφος και της είπε: «Μην το παρακάνεις. Σουβλάκια είναι.»
Ό,τι είχα πει κι εγώ στον «παππού». Ό,τι λένε όλοι οι άνθρωποι όταν δεν καταλαβαίνουν ότι τα σουβλάκια, τα σταυρουδάκια, τα κειμενάκια και τα ό,τι-άλλο-κάνεις-τώρα πρέπει να το κάνεις «όσο καλύτερα μπορείς».
πηγή:Γελωτοποιός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.